- Ἐπαινήν
- Ἐπαινήfem acc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπαινῆν — ἐπαινέω approve pres inf act (epic doric) ἐπαινέω approve pres inf act (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπαινήν — ἐπαινός awesome fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κικλήσκω — (Α) 1. καλώ κάποιον, φωνάζω κάποιον κοντά μου («κικλήσκει σε πατὴρ ἐμός», Ομ. Οδ.) 2. προσκαλώ κάποιον σε γεύμα, δείπνο κ.λπ. 3. καλώ κάποιον να μέ βοηθήσει, επικαλούμαι τη βοήθεια κάποιου («κικλήσκουσ Ἀίδην καὶ ἐπαινὴν Περσεφόνειαν», Ομ. Ιλ.) 4 … Dictionary of Greek